Λέξη: ενθύμιο

Σχετικές λέξεις: ενθύμιο

ενθύμιο τρίκαλα, ενθύμιο πολέμου, ενθύμιο αποφοίτησης, ενθύμιο τρυφερότητασ, ενθύμιο νηπιαγωγείου, ενθύμιο σουίτες, ενθύμιο στα αγγλικά, ενθύμιο θεσσαλονίκης, ενθύμιο κατηχητικού, ενθύμιον θεσσαλονίκης ετ3

Συνώνυμα: ενθύμιο

σουβενίρ, υπενθύμιση, υπόμνηση, ενθυμητής, αναμνηστικό, μνήμη, ανάμνηση, ενθύμηση

Μεταφράσεις: ενθύμιο

ενθύμιο στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
souvenir, memento, keepsake, reminder, remembrance

ενθύμιο στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
recuerdo, memento, del recuerdo, recordatorio, recuerdo de

ενθύμιο στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
erinnerung, andenken, mahnzeichen, reiseandenken, Erinnerung, Andenken, Memento, Erinnerungs, Erinnerungsstück

ενθύμιο στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
commémoration, souvenir, memento, mémento

ενθύμιο στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ricordo, oggetto ricordo, Memento, di Memento

ενθύμιο στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
lembrança, memento, recordação, lembrança do

ενθύμιο στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
gedenkschrift, gedenkteken, souvenir, gedachtenis, aandenken, herinnering, memento

ενθύμιο στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
сувенир, упоминание, напоминание, Memento, Помни, напоминанием

ενθύμιο στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
minnesmerke, erindring, memento, minne, av Memento

ενθύμιο στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
minne, mementoen, memento, souvenir

ενθύμιο στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
muistutus, muistoesine, muisto, Memento, muistoksi, muistona

ενθύμιο στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
souvenir, Memento, minde

ενθύμιο στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vzpomínka, památka, upomínka, memento, mementem

ενθύμιο στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
upominek, przedmiot, pamiątka, memento, pamiątką, pamiątkę, przypomnieniem

ενθύμιο στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ajándéktárgy, mementó, emléktárgy, megemlékezés, emlékeztető, Memento, mementója

ενθύμιο στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
hatıra, memento, yadigâr, hatırası, yadigarı

ενθύμιο στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
мембранний, сувенір, сувенир

ενθύμιο στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
kujtim, Memento, kujtim të, përkujtesë

ενθύμιο στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
сувенир, спомен, за спомен, напомняне

ενθύμιο στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
сувенір

ενθύμιο στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
suveniir, mälestusese, meene, memento, mälestuseks, mälestuseks jäävad veel

ενθύμιο στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
suvenira, uspomena, suvenir, Memento, je uspomena, uspomenu

ενθύμιο στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Memento

ενθύμιο στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
suvenyras, atminimas, Memento, atminimo dovana, atminai

ενθύμιο στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
atgādinājums, memento, piemiņas lietiņa

ενθύμιο στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
спомен, омаж

ενθύμιο στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
amintire, memento, suvenir, aducere aminte, amintire de

ενθύμιο στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
memento

ενθύμιο στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
memento
Τυχαίες λέξεις