Befürchtung στα ελληνικά
Μετάφραση: befürchtung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φόβος, σύλληψη, δισταγμός, ταραχή, φοβάμαι, φόβο, φόβου, το φόβο, ο φόβος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- befürchtet στα ελληνικά - φόβους, φόβοι, τους φόβους, οι φόβοι, φόβων
- befürchtete στα ελληνικά - φόβος, φοβόταν, φοβούνταν, ο φόβος, φοβήθηκαν
- befürchtungen στα ελληνικά - φόβους, φόβοι, τους φόβους, οι φόβοι, φόβων
- befürworten στα ελληνικά - υπερασπιστής, παρόρμηση, συνηγορώ, υποστηρικτής, συνήγορος, συνιστώ, προτείνω, ...
Τυχαίες λέξεις
Befürchtung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φόβος, σύλληψη, δισταγμός, ταραχή, φοβάμαι, φόβο, φόβου, το φόβο, ο φόβος
Μεταφράσεις: φόβος, σύλληψη, δισταγμός, ταραχή, φοβάμαι, φόβο, φόβου, το φόβο, ο φόβος