Beibehaltung στα ελληνικά
Μετάφραση: beibehaltung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρακράτηση, κράτηση, διατήρηση, κατακράτησης, διατήρησης, κατακράτηση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- beibehalten στα ελληνικά - διατηρούν, διατηρήσουν, να διατηρήσει, διατηρήσει, διατηρηθεί
- beiboot στα ελληνικά - λέμβος, λέμβο, βαρκάκι, λέμβων, φουσκωτό
- beibringen στα ελληνικά - διδάσκω, διδάξει, διδάσκουν, διδάξουν, διδάσκει
Τυχαίες λέξεις
Beibehaltung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρακράτηση, κράτηση, διατήρηση, κατακράτησης, διατήρησης, κατακράτηση
Μεταφράσεις: παρακράτηση, κράτηση, διατήρηση, κατακράτησης, διατήρησης, κατακράτηση