Berieselnd στα ελληνικά
Μετάφραση: berieselnd, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ράντισμα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- berichtigungen στα ελληνικά - προσαρμογές, αναπροσαρμογές, προσαρμογών, ρυθμίσεις, διορθώσεις
- berief στα ελληνικά - που ονομάζεται, ονομάζεται, κάλεσε, καλείται, ονομάζονται
- berieselt στα ελληνικά - αρδευόμενες, αρδευόμενη, αρδευόμενων, αρδευόμενης, αρδευομένων
- berieselte στα ελληνικά - πασπαλισμένες, πασπαλισμένα, πασπαλισμένο, πασπαλίζονται, σκορπιστεί
Τυχαίες λέξεις
Berieselnd στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ράντισμα
Μεταφράσεις: ράντισμα