Beschatten στα ελληνικά

Μετάφραση: beschatten, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ουρά, σκιά, απόχρωση, σκιάς, τη σκιά, απόχρωσης
Beschatten στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • beschafft στα ελληνικά - προμηθεύονται, αγοραστεί, που αγοράζονται, που προμηθεύονται, η προμήθεια
  • beschaffung στα ελληνικά - προμήθεια, συμβάσεις, συμβάσεων, προμηθειών, προμήθειες
  • beschattend στα ελληνικά - σκίαση, σκίασης, η σκίαση, τη σκίαση, σκιά
  • beschattet στα ελληνικά - σκιασμένο, σκιασμένη, σκιασμένες, σκιερό, σκιερή
Τυχαίες λέξεις
Beschatten στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ουρά, σκιά, απόχρωση, σκιάς, τη σκιά, απόχρωσης