Λέξη: θρυαλλίδα

Σχετικές λέξεις: θρυαλλίδα

θρυαλλίδα στιχοι, θρυαλλίδα συνώνυμα, θρυαλλίδα σημασια, θρυαλλίδα τι ειναι, θρυαλλίδα ορισμος, θρυαλλίδα φωτογραφια, θρυαλλίδα σημαίνει, θρυαλλίδα βολος, θρυαλλίδα θησείο, θρυαλλίδα συνώνυμο

Μεταφράσεις: θρυαλλίδα

θρυαλλίδα στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
wick, fuse, fuze, the wick, a wick

θρυαλλίδα στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
pabilo, torcida, mecha, fusible, fusibles, fusible de, de fusibles, el fusible

θρυαλλίδα στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
docht, Sicherung, Sicherungs, Sicherungen

θρυαλλίδα στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
mèche, fusible, fusibles, le fusible, fusible de, un fusible

θρυαλλίδα στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
stoppino, fusibile, fusibili, fusibile di, il fusibile, del fusibile

θρυαλλίδα στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
pavio, mecha, fusível, fusível de, do fusível, de fusível, fuse

θρυαλλίδα στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
pit, kousje, lont, zekering, zekeringen, de zekering, zekering van, fuse

θρυαλλίδα στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
фитиль, гнет, жом, тампон, предохранитель, предохранителя, плавкий предохранитель, взрыватель, плавкого предохранителя

θρυαλλίδα στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
veke, sikring, sikringen, sikrings

θρυαλλίδα στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
veke, säkring, säkringen, säkrings

θρυαλλίδα στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kynttilänsydän, sydän, lampunsydän, sulake, sulakkeen, varoke, sulakkeella

θρυαλλίδα στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
væge, sikring, sikringen, sikringsholderen, fuse, sikringer

θρυαλλίδα στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
knot, pojistka, pojistky, pojistku, pojistek, pojistkové

θρυαλλίδα στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
knot, bezpiecznik, lont, bezpiecznika, bezpieczników, bezpieczniki

θρυαλλίδα στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kanócanyag, mécsbél, gyertyabél, gézcsomó, lámpabél, biztosíték, biztosítékot, biztosító, biztosítékkal, biztosítékok

θρυαλλίδα στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sigorta, sigortası, sigortanın, sigortasını, bir sigorta

θρυαλλίδα στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
котрий, запобіжник, предохранитель

θρυαλλίδα στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
fitil, kapsollë, siguresë, bashkëshkrirje, bashkoj

θρυαλλίδα στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
предпазител, бушон, предпазители, предпазителя, предпазителите

θρυαλλίδα στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
засцерагальнік, ахоўнік, засцерагальнікі

θρυαλλίδα στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
miks, milleks, kaitse, fuse, kaitsme, Kaitsmete, kaitsmed Kaitsmete

θρυαλλίδα στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
fitilj, gaza, tampon, osigurač, osiguračima, predosigurač, li osigurač, s osiguračima

θρυαλλίδα στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
öryggi, Fuse, kveikinn, öryggið

θρυαλλίδα στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
dagtis, lydusis saugiklis, saugiklis, saugiklių, fuse, saugiklio

θρυαλλίδα στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
dakts, drošinātājs, drošinātāju, fuse, drošinātāja, drošinātāji

θρυαλλίδα στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
со осигурувачи, осигурувач, осигурач, осигурувачи, осигурувачот

θρυαλλίδα στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
fitil, siguranță, siguranța, siguranțe, de siguranțe, siguranței

θρυαλλίδα στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
varovalka, varovalke, varovalko, varovalkami, varovalk

θρυαλλίδα στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
poistka, zámok
Τυχαίες λέξεις