Beschlagnahme στα ελληνικά
Μετάφραση: beschlagnahme, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αιχμαλωσία, αιχμαλωτίζω, σπασμός, επίταξη, κατάσχεση, κατάσχεσης, κατάληψη, την κατάσχεση, σπασμών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- beschlagenheit στα ελληνικά - ικανότητα, ομίχλη, ομίχλης, ομίχλης που
- beschlagnagel στα ελληνικά - ιπποτροφείο, κουμπί, καρφί, stud, γενεαλογικό, γενεαλογικά, ορθοστάτη, ...
- beschlagnahmen στα ελληνικά - δημεύω, καταλαμβάνω, κατάσχω, αδράξουν, αδράξουμε, αδράξει, κατάσχουν, ...
- beschlagnahmend στα ελληνικά - κατάσχεση, δήμευση, κατάσχοντας, την κατάσχεση, δήμευσης
Τυχαίες λέξεις
Beschlagnahme στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αιχμαλωσία, αιχμαλωτίζω, σπασμός, επίταξη, κατάσχεση, κατάσχεσης, κατάληψη, την κατάσχεση, σπασμών
Μεταφράσεις: αιχμαλωσία, αιχμαλωτίζω, σπασμός, επίταξη, κατάσχεση, κατάσχεσης, κατάληψη, την κατάσχεση, σπασμών