Besprechen στα ελληνικά

Μετάφραση: besprechen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συζητώ, συζητήσει, συζητήσουν, συζητούν, να συζητήσουν, συζητήσουμε
Besprechen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bespickt στα ελληνικά - κατάσπαρτος, καρφιά, σπαρμένο, με καρφιά, αντιολισθητικά
  • besprechend στα ελληνικά - συζήτηση, συζητώντας, συζητούν, συζητά, συζητάμε
  • besprechung στα ελληνικά - συζήτηση, αναμέτρηση, σύσκεψη, συνέδριο, συνάντηση, πληρούν, συνεδριάσεων, ...
Τυχαίες λέξεις
Besprechen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συζητώ, συζητήσει, συζητήσουν, συζητούν, να συζητήσουν, συζητήσουμε