Λέξη: ονειρεύομαι
Σχετικές λέξεις: ονειρεύομαι
ονειρεύομαι μια μέρα μια επανάσταση που το δίκιο θ'αναλάβει την κατάσταση, ονειρεύομαι ματιαμπα, ονειρεύομαι στίχοι, ονειρεύομαι ματιαμπα στιχοι, ονειρεύομαι σαν τον καραγκιόζη, ονειρεύομαι ένα μικρό ονειρεμένο σπίτι, ονειρεύομαι του φίλους μου, ονειρεύομαι τους φίλους μου, ονειρεύομαι ακόμα μαμά, ονειρεύομαι τους φίλους μου (1993)
Μεταφράσεις: ονειρεύομαι
ονειρεύομαι στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
dream, dream up, dreaming, I dream, dream of
ονειρεύομαι στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
soñar, sueño, ilusión, ensueño, soñar con, soñar en, sueña
ονειρεύομαι στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
ehrgeiz, träumen, traum, Traum, träume
ονειρεύομαι στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
ambition, songerie, songe, rêvasser, rêver, rêve, rêvez, rêvons, songer, rêvent, sommeil, de rêve, imaginer
ονειρεύομαι στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
fantasticheria, sognare, sogno, sogni, dream, sogna
ονειρεύομαι στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
devaneio, sonhar, fantasiar, terrível, devanear, ambição, sonho, sonha, sonham, dream
ονειρεύομαι στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
droom, dromen, mijmeren, ambitie, eerzucht, dagdroom, wensdroom, droomt, te dromen, dream
ονειρεύομαι στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
присниться, грёза, чаяние, фантазировать, сон, мечтать, греза, мечта, честолюбие, грезить, сновидение, сниться, мечтаю, мечтают
ονειρεύομαι στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
drømme, drøm, drømmer, drømmen, drømme om
ονειρεύομαι στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
dröm, drömma, drömmer, drömmen, drömma om
ονειρεύομαι στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
unelma, uni, kunnianhimo, unelmoida, uneksia, haaveilla, haave, unta
ονειρεύομαι στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
drøm, drømme, drømmer, at drømme, drømme om
ονειρεύομαι στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
snít, snění, sen, sní, snu, zdát
ονειρεύομαι στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pomarzyć, rój, zaroić, marzyć, prześnić, zamarzyć, śnić, sen, marzenie
ονειρεύομαι στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
álom, álmodni, álma, álmodom, álmodnak
ονειρεύομαι στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ihtiras, rüya, tutku, hırs, hayal, dream, hayalini, hayal ediyorum
ονειρεύομαι στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
мріяти, мрія, сон
ονειρεύομαι στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ëndërra, ëndërroj, ëndërr, ëndërrojnë, ëndrra, të ëndërrojnë
ονειρεύομαι στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
сън, мечтая, мечта, сънувам, мечтаят, мечтаете
ονειρεύομαι στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
марыць, мечтать, сон
ονειρεύομαι στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
unistus, unenägu, unistada, unistate, dream, unistama
ονειρεύομαι στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
san, sanjati, snivati, sanjaju, sanja, sanjam
ονειρεύομαι στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
draumur, dreyma, dreymir, draum, dreyma um
ονειρεύομαι στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
somnium
ονειρεύομαι στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
svajonė, sapnuoti, sapnas, svajoti, pasvajoti, svajojame
ονειρεύομαι στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
godkāre, sapņot, sapnis, centieni, sapņoju, sapņojam
ονειρεύομαι στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
сонот, сон, сонуваш, сонуваат, сонуваме, сонувам
ονειρεύομαι στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
vis, visa, ambiţie, viseze, visezi, visez
ονειρεύομαι στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
snít, sanje, sanjati, dream, sanjam, sanjamo
ονειρεύομαι στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
sen, snívať
Στατιστικά δημοτικότητας: ονειρεύομαι
Τυχαίες λέξεις