Betäubung στα ελληνικά
Μετάφραση: betäubung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποβλάκωση, αποχαύνωση, αναισθησία, αναισθησίας, την αναισθησία, χορήγησης αναισθητικών, αναισθησία με
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- betäubt στα ελληνικά - χαύνος, ναρκωμένος, μουδιασμένος, εμβρόντητος, έκπληκτος, αναισθητοποιούνται, εξέπληξε, ...
- betäubte στα ελληνικά - αναισθησία, αναισθητοποιούνται, αναισθητοποιηθεί, αναισθητοποιήθηκαν, αναισθητοποιημένα
- betäubungsmittel στα ελληνικά - αναισθητικό, αναισθητικού, αναισθησία, αναισθητικών, αναισθητική
- betörend στα ελληνικά - γοητευτική, απατηλό, σαγηνευτική, γοητευτικά, beguiling
Τυχαίες λέξεις
Betäubung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποβλάκωση, αποχαύνωση, αναισθησία, αναισθησίας, την αναισθησία, χορήγησης αναισθητικών, αναισθησία με
Μεταφράσεις: αποβλάκωση, αποχαύνωση, αναισθησία, αναισθησίας, την αναισθησία, χορήγησης αναισθητικών, αναισθησία με