Brennerei στα ελληνικά
Μετάφραση: brennerei, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακίνητος, ήρεμος, γαλήνιος, ποτοποιείο, οινοπνευματοποιείο, αποστακτήριο, απόσταξης, αποστακτηρίου
Μεταφράσεις
- brennen στα ελληνικά - καίω, κεντρί, τσιμπώ, κεντρίζω, έγκαυμα, κάψει, κάψετε, ...
- brenner στα ελληνικά - καυστήρας, καυστήρα, του καυστήρα, εγγραφής, καυστήρων
- brennholz στα ελληνικά - καυσόξυλα, καυσόξυλων, ξύλα, τα καυσόξυλα, καυσόξυλο
- brennkapsel στα ελληνικά - φλεγόμενη κάψουλα
Τυχαίες λέξεις
Brennerei στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακίνητος, ήρεμος, γαλήνιος, ποτοποιείο, οινοπνευματοποιείο, αποστακτήριο, απόσταξης, αποστακτηρίου
Μεταφράσεις: ακίνητος, ήρεμος, γαλήνιος, ποτοποιείο, οινοπνευματοποιείο, αποστακτήριο, απόσταξης, αποστακτηρίου