Λέξη: ρατσιστής

Σχετικές λέξεις: ρατσιστής

είμαι ρατσιστήσ, ρατσιστήσ λεξικό, ρατσισμος συνώνυμα, ρατσιστής σημαίνει, εγώ ρατσιστής, ρατσιστής ορισμός, ρατσιστής μαθαίνει on air ότι είναι 14 αφρικανός (video)

Συνώνυμα: ρατσιστής

οπαδός φυλετικής διακρίσεως

Μεταφράσεις: ρατσιστής

ρατσιστής στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
racist, racialist, a racist, supremacist

ρατσιστής στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
racista, racistas, racismo, racista de

ρατσιστής στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
rassist, rassistisch, Rassist, rassistischen, rassistische, rassistischer

ρατσιστής στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
raciste, racistes, racisme, caractère raciste

ρατσιστής στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
razzista, razzistico, razzisti, razziste, razzismo

ρατσιστής στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
racista, racistas, racismo, racist

ρατσιστής στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
racist, racistische, racistisch, racisme, van racistische

ρατσιστής στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
расизм, расист, расистский, расистской, расистского, расистом

ρατσιστής στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
rasistisk, rasist, rasistiske

ρατσιστής στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
rasistiskt, rasistiska, rasistisk, rasist, rasism

ρατσιστής στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
rasisti, rasistinen, rotukiihkoilija, rasistisen, rasistisia, rasististen, rasistiset

ρατσιστής στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
racistisk, racistiske, racist, racisme, af racistisk

ρατσιστής στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
rasista, rasistický, rasistické, rasistická, rasistických

ρατσιστής στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
rasista, rasistowski, rasistowskie, rasistą, rasistowskich

ρατσιστής στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
rasszista, a rasszista, fajgyűlölő, rasszizmus, rasszista indíttatású

ρατσιστής στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ırkçı, Irkçı, ırkçı bir, ırkçılık

ρατσιστής στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
расизм, расист, расистом, є расистом

ρατσιστής στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
racist, raciste, racistë

ρατσιστής στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
расист, расистки, расистка, расистко, расова основа

ρατσιστής στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
расіст

ρατσιστής στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
rassist, rassistliku, rassistlike, rassistlik, rassistlikud

ρατσιστής στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
rasistički, rasist, rasističke, rasistička, rasisti

ρατσιστής στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
kynþáttahatari, kynþáttafordóma, rasisti, kynþáttahatur, kynþáttahatri

ρατσιστής στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
rasistas, rasistinė, rasistinis, rasistinio, rasistiniai

ρατσιστής στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
rasistisku, rasists, rasistiski, rasistiska, rasistisks

ρατσιστής στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
расистички, расистичките, расист, расистичка, расистичко

ρατσιστής στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
rasiste, rasist, rasistă, rasista, rasiale

ρατσιστής στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
rasista, rasist, rasistični, rasistično, rasistične, rasistična

ρατσιστής στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
rasista, rasistický, rasistka
Τυχαίες λέξεις