Durchschnittlich στα ελληνικά

Μετάφραση: durchschnittlich, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεσαίος, εννοώ, μέσον, τσιγκούνης, ενδιάμεσος, μέτριος, μέσος, παραδόπιστος, σημαίνω, μέσος όρος, μέσο όρο, μέση, μέσο
Durchschnittlich στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aufkohlen στα ελληνικά - carburized, ενανθρακωθεί, ενανθράκωση, ανθρακώνεται, ανθρακώνεται στη
  • brechung στα ελληνικά - διάθλαση, διάθλασης, διαθλάσεως
  • daumenschraube στα ελληνικά - βίδα, κοχλία, βιδωτό, βιδωτό κοχλία, βίδα για
  • doktor στα ελληνικά - γιατρός, ιατρός, γιατρό, το γιατρό, ο γιατρός, γιατρού
Τυχαίες λέξεις
Durchschnittlich στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεσαίος, εννοώ, μέσον, τσιγκούνης, ενδιάμεσος, μέτριος, μέσος, παραδόπιστος, σημαίνω, μέσος όρος, μέσο όρο, μέση, μέσο