Einfügung στα ελληνικά
Μετάφραση: einfügung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταχώρηση, εισαγωγή, περιλαμβάνω, προσθήκη, συμπεριλαμβάνω, παρεμβολή, εισαγωγής, την εισαγωγή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bedruckbarkeit στα ελληνικά - εκτύπωσης, εκτυπωσιμότητα, εκτυπωτικότητα, εκτυπωσιμότητας, δυνατότητα εκτύπωσης
- beschäftigten στα ελληνικά - μισθωτούς, μισθωτών, μισθωτή, μισθωτός, μισθωτοί
- bildungsgewebe στα ελληνικά - σχηματισμό, σχηματισμός, το σχηματισμό, σχηματισμού, διαμόρφωση
- druckspalte στα ελληνικά - κολόνα, στήλη, στήλης, της στήλης
Τυχαίες λέξεις
Einfügung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταχώρηση, εισαγωγή, περιλαμβάνω, προσθήκη, συμπεριλαμβάνω, παρεμβολή, εισαγωγής, την εισαγωγή
Μεταφράσεις: καταχώρηση, εισαγωγή, περιλαμβάνω, προσθήκη, συμπεριλαμβάνω, παρεμβολή, εισαγωγής, την εισαγωγή