Einsaugung στα ελληνικά
Μετάφραση: einsaugung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βλέψη, φιλοδοξία, απορρόφηση, πιπίλισμα, αναρρόφηση, την αναρρόφηση, απορροφά τις, οποία απορροφά τις
Μεταφράσεις
- abnormal στα ελληνικά - ανώμαλος, ασυνήθης, ανώμαλη, μη φυσιολογική, μη φυσιολογικές
- anerzogen στα ελληνικά - ενστάλαξε, εμφυσήσει, ενσταλάξει, ενσταλάζεται, ενσταλάζονται
- anschrauben στα ελληνικά - βιδώνω, βίδα, βιδώστε, βιδώστε τα, βιδώστε τον σφικτά, βιδώστε την, βιδώσετε
- beschwichtigte στα ελληνικά - κατευναστεί, κατευναστούν, appeased, κατεύνασε, κατεύναζε
Τυχαίες λέξεις
Einsaugung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βλέψη, φιλοδοξία, απορρόφηση, πιπίλισμα, αναρρόφηση, την αναρρόφηση, απορροφά τις, οποία απορροφά τις
Μεταφράσεις: βλέψη, φιλοδοξία, απορρόφηση, πιπίλισμα, αναρρόφηση, την αναρρόφηση, απορροφά τις, οποία απορροφά τις