Λέξη: ακριτόμυθος
Συνώνυμα: ακριτόμυθος
φλύαρος
Μεταφράσεις: ακριτόμυθος
ακριτόμυθος στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
indiscreet, babbler, blabbering
ακριτόμυθος στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
indiscreto, imprudente, charlatán, palabrero, babbler, hablador, parlanchín
ακριτόμυθος στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
unbesonnen, indiskret, Plaudertasche, babbler, Schwätzer, Lotterbube, Schwätzers
ακριτόμυθος στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
irréfléchi, indiscret, imprudent, inconsidéré, bavard, babbler, discoureur, babillard, bavarde
ακριτόμυθος στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
indiscreto, babbler, cianciatore, chiacchierone, ciarlatano, ciarlone
ακριτόμυθος στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
tagarela, babbler, paroleiro, falador, babbler CORRETO
ακριτόμυθος στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
wauwelaar, leuteraar, boomtimalia, babbler, klapper
ακριτόμυθος στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
болтливый, неделикатный, нескромный, несдержанный, неосмотрительный, неблагоразумный, неосторожный, болтун, суеслов, злоязычный, пустослов, говорун
ακριτόμυθος στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
babbler, pratmakeren
ακριτόμυθος στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
babbler, pratmakare, pratmakare vilja, denne pratmakare
ακριτόμυθος στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
epähieno, harkitsematon, varomaton, lipilaari tahtoo, lavertelija oikein tahtoo
ακριτόμυθος στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
babbler, Ordgyder, snakkehoved
ακριτόμυθος στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
netaktní, neuvážený, nediskrétní, indiskrétní, nerozvážný, žvanil, timálie, žváč chce, žváč, neprospějí slova zaklinače
ακριτόμυθος στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
nieostrożny, nieroztropny, niedyskretny, nierozważny, gaduła, papla, babbler, tropikalny drozd długonogi
ακριτόμυθος στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
gagyogó, babbler, csacsogó, a csacsogó, szószátyár
ακριτόμυθος στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
boşboğaz, geveze, babbler, cırcırları, dedikoducu
ακριτόμυθος στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
недисциплінованість, базіка, балакун, базікало, болтун, говорун
ακριτόμυθος στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
llafazan, orator
ακριτόμυθος στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
бърборко, празнословец, клеветникът, дърдорко, дългокрак дрозд
ακριτόμυθος στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
балбатун, пустаслоў, балабон, балбатлівы, прыкусі язык
ακριτόμυθος στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
lällutaja, latatara, babbler, lobasuu tahab, lobasuu
ακριτόμυθος στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
neoprezan, indiskretan, brbljivac, brbljavac, brblaivac
ακριτόμυθος στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
babbler
ακριτόμυθος στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
plepys, plepys nori, Gaduła, Pala, Pļāpa
ακριτόμυθος στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
pļāpa, pļāpa grib
ακριτόμυθος στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
babbler
ακριτόμυθος στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
flecar, palavragiul, babbler, palavragiu, guralivul
ακριτόμυθος στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
nediskrétní, netaktní, Brbljivac
ακριτόμυθος στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
netaktní, ŽVANIL