Einteilung στα ελληνικά

Μετάφραση: einteilung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τακτοποίηση, αποφοίτηση, ετοιμασία, διακανονισμός, διευθέτηση, διάθεση, ταξινόμηση, κατάταξη, ταξινόμησης, κατάταξης, την ταξινόμηση
Einteilung στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • autoschütter στα ελληνικά - λέπτυνση, αραίωση, αραίωσης, αραίωμα, εκλέπτυνση
  • dendrologen στα ελληνικά - Δενδρολόγοι
  • digitalisieren στα ελληνικά - ψηφιοποίηση, ψηφιοποίησης, την ψηφιοποίηση, μετατροπής σε ψηφιακή μορφή, ψηφιοποιώντας
Τυχαίες λέξεις
Einteilung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τακτοποίηση, αποφοίτηση, ετοιμασία, διακανονισμός, διευθέτηση, διάθεση, ταξινόμηση, κατάταξη, ταξινόμησης, κατάταξης, την ταξινόμηση