Λέξη: αναδύομαι

Σχετικές λέξεις: αναδύομαι

αναδύομαι κλίση, αναδύομαι συνώνυμα, αναδύομαι ορισμός, αναδύομαι αγγλικά

Συνώνυμα: αναδύομαι

αναφαίνομαι

Μεταφράσεις: αναδύομαι

αναδύομαι στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
emerge, surface

αναδύομαι στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
sobrefaz, firme, salir, aparecer, emerger, superficie, surgir, emerge, surgirá

αναδύομαι στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
überziehen, beschichten, oberflächlich, oberfläche, fläche, entstehen, auftauchen, tauchen, hervor, hervorgehen

αναδύομαι στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
émergent, aire, exhiber, surface, germer, émergeons, ressac, émergez, face, superficiel, apparaître, révéler, démontrer, comparution, montrer, surgir, émerger, sortir, ressortiront, émergence

αναδύομαι στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
apparire, superficiale, superficie, emergere, emerge, uscire, emergerà, emergono

αναδύομαι στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
borde, bordar, superfície, certamente, emergir, surgir, emergem, surgem, emerge

αναδύομαι στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
oppervlakte, opdraven, opdagen, te voorschijn komen, opduiken, ontstaan, emerge, voren

αναδύομαι στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
всплывать, вставать, появиться, покрытие, представать, объявляться, явиться, вынырнуть, объявиться, выясняться, поверхность, намечаться, появляться, возникают, появляются, выйти, возникнуть

αναδύομαι στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
dekke, overflate, flate, dukke opp, dukke, fremstå, komme, dukker opp

αναδύομαι στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
yta, dyka, dyker, uppstå, växa fram, uppstår

αναδύομαι στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
verhota, putkahtaa, kamara, ala, pinta, pinnallinen, ilmaantua, nousta, emerge, esiin, syntyä

αναδύομαι στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
overflade, dukke, opstå, komme, opstår, emerge

αναδύομαι στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
plocha, povrchový, ukázat, objevit, hladina, povrch, vynořit se, emerge, objevovat, objevují

αναδύομαι στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pojawiać, wynurzać, tafla, nawierzchnia, pokazywać, wyłaniać, wyłonić, powierzchnia, okolica, ujawniać, wychodzić, pojawić się, powstać, wyłaniać się, pojawiają

αναδύομαι στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
takarás, útburkolat, felületi, útburkolás, felmerül, jelennek, emerge, jelennek meg, kialakulni

αναδύομαι στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yüz, çıkmak, ortaya, emerge, ortaya çıkan, ortaya çıkar

αναδύομαι στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
з'являтись, спливати, поверховий, появлятись, з'явіться, поверхня, появлятися, з'являтися, з'явитись, з'являтимуться, з'являтиметься

αναδύομαι στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
sipërfaqe, dal, dalin, shfaqen, shfaqet, të dalin

αναδύομαι στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
излезем, възникне, излезе, появят, появяват

αναδύομαι στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
з'яўляцца, зьяўляцца

αναδύομαι στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
pind, ilmnema, pindmine, tekkima, tekivad, väljuda, kerkivad, esile kerkida

αναδύομαι στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
prizemna, površini, poravnati, izići, izniknuti, ploha, površinu, isplivati, pojavljuju, javljaju, izaći, izranjaju

αναδύομαι στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
yfirborð, koma, fram, koma fram, koma upp, að koma

αναδύομαι στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
superficies

αναδύομαι στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
paviršius, išeiti, atsirasti, atsiranda, atsiras, išbristi

αναδύομαι στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
virsma, parādīties, parādās, izkļūt, rasties, rodas

αναδύομαι στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
се појават, произлезат, се појавуваат, појават, појавуваат

αναδύομαι στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
suprafaţă, apărea, emerge, apar, apară, iasă

αναδύομαι στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
pojavljati, pojavljajo, pojavijo, pojavile, nastajajo

αναδύομαι στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
hladina, povrch, vynoriť, vyjsť na povrch, vynorí, nájsť živý
Τυχαίες λέξεις