Erhalten στα ελληνικά
Μετάφραση: erhalten, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υποστηρίζω, διασώζω, παραλαμβάνω, αποκτώ, κρατώ, αμπάρι, συνεχίζω, διατείνομαι, συντηρώ, λαμβάνω, διατηρώ, εξακολουθώ, προμηθεύομαι, συνεχίζομαι, κατακρατώ, λαμβάνουν, λάβετε, λαμβάνετε, λάβει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abgerechnet στα ελληνικά - εγκαταστάθηκαν, πάγια, εγκαταστάθηκε, διευθετηθεί, διακανονίζονται
- abrollen στα ελληνικά - roll-off, εξέρχονται απευθείας από αυτό, roll off, κυλήσει από, να εξέρχονται απευθείας από
- aussagefähigkeit στα ελληνικά - εκφραστική, εκφραστικό, εκφραστικά, εκφραστικές, εκφραστικών
- beisitzer στα ελληνικά - εκτιμητής, αξιολογητές, αξιολογητών, εκτιμητές, των αξιολογητών, εκτιμητών
Τυχαίες λέξεις
Erhalten στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υποστηρίζω, διασώζω, παραλαμβάνω, αποκτώ, κρατώ, αμπάρι, συνεχίζω, διατείνομαι, συντηρώ, λαμβάνω, διατηρώ, εξακολουθώ, προμηθεύομαι, συνεχίζομαι, κατακρατώ, λαμβάνουν, λάβετε, λαμβάνετε, λάβει
Μεταφράσεις: υποστηρίζω, διασώζω, παραλαμβάνω, αποκτώ, κρατώ, αμπάρι, συνεχίζω, διατείνομαι, συντηρώ, λαμβάνω, διατηρώ, εξακολουθώ, προμηθεύομαι, συνεχίζομαι, κατακρατώ, λαμβάνουν, λάβετε, λαμβάνετε, λάβει