Extension στα ελληνικά

Μετάφραση: extension, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επέκταση, προέκταση, έκταση, παράταση, επέκτασης, παράτασης
Extension στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anregung στα ελληνικά - πρόταση, πριμ, κίνητρο, ιδέα, παρακίνηση, διέγερση, διέγερσης, ...
  • aussprechen στα ελληνικά - έναρθρος, προφέρω, λέω, ευκρινής, εκφράζω, εκφράζουν, εκφράσω, ...
  • austragungsort στα ελληνικά - τόπος συναντήσεως, χώρο, χώρος, τόπο, σήμερα η έδρα
  • dazwischenstellend στα ελληνικά - παρεμβάλλοντας, παρεμβολή, παρεμβολής, την παρεμβολή, της παρεμβολής
Τυχαίες λέξεις
Extension στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επέκταση, προέκταση, έκταση, παράταση, επέκτασης, παράτασης