Λέξη: πάρκο
Σχετικές λέξεις: πάρκο
πάρκο μωρού, πάρκο ναυτικής παράδοσης, πάρκο εθνικής συμφιλίωσης, πάρκο συγγρού, πάρκο ναυαρίνου, πάρκο φλοίσβου, πάρκο τρίτση, πάρκο σταύρος νιάρχος, πάρκο ελευθερίας, πάρκο κυκλοφοριακής αγωγής ηλιούπολη, αττικό πάρκο, αττικό ζωολογικό πάρκο, αττικο πάρκο, αιολικό πάρκο, πάρκο κυκλοφοριακής αγωγής
Συνώνυμα: πάρκο
σταθμός αυτοκινήτων, δενδρόκηπος, μαραίνομαι, κήπος αναψυχής, δάσος αναψυχής
Μεταφράσεις: πάρκο
πάρκο στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
park, the park, farm
πάρκο στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
parque, aparcar, parque de, el parque, de parque, del parque
πάρκο στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
parken, grünanlage, park, Park, Parks
πάρκο στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
stationner, parc, parquer, square, garer, se, de parc, parc de, stationnement, park
πάρκο στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
posteggiare, parco, parcheggio, parco di, park, sosta
πάρκο στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
parque, estacionar, paridade, estacionamento, parque de, à parque, park
πάρκο στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
parkeren, plantsoen, warande, park, bergen, Park van, het park
πάρκο στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
парковать, парк, сквер, место, заповедник, Park, парка, парке, парком
πάρκο στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
park, parkere, parken, Park, parkeringsplass
πάρκο στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
parkera, park, parken, annat
πάρκο στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
pysäköidä, puisto, viheralue, Park, puistossa, puiston, puistoon
πάρκο στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
park, parken, Feriepark, parker, parkeringsplads
πάρκο στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zaparkovat, parkovat, park, parku, parkoviště, parky, parkem
πάρκο στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
park, ogród, parkowanie, parkować, parku, parking, parkiem
πάρκο στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
dísztér, telephely, park, parkban, Parkoló, parkra, parkja
πάρκο στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
park, parkı, köyü, Otopark, veya Park
πάρκο στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
заповідник, парк, парку
πάρκο στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
parkoj, lulishte, park, parku, parkut, parkun, park të
πάρκο στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
парк, Park, хотела, парка, паркинг
πάρκο στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
парк
πάρκο στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
park, parkima, pargis, pargi, parkla, parki
πάρκο στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
veliki, parkom, parka, perivoj, sakupiti, park, parku, zelenilo, parkiralište
πάρκο στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Park, garður, garðinum, garðurinn, þjóðgarðurinn
πάρκο στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
parkas, Park, stovėjimo aikštelė, stovėjimo, parko
πάρκο στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
parks, stāvvieta, parku, parka, park
πάρκο στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
парк, паркот, паркови, Park
πάρκο στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
parc, parca, de parc, parcare, parc de, apropiere
πάρκο στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
obora, park, parka, parku, zelenje
πάρκο στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
parkovať, park, zaparkovať, parku
Στατιστικά δημοτικότητας: πάρκο
Τυχαίες λέξεις