Fließen στα ελληνικά

Μετάφραση: fließen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλακάκι, πλακιδίων, κεραμίδι, κεραμιδιών, πλακίδιο
Fließen στα ελληνικά

Μεταφράσεις

  • bedingungslos στα ελληνικά - άνευ όρων, ανεπιφύλακτα, χωρίς όρους, ανεπιφύλακτη
  • bug στα ελληνικά - κόμπος, στέλεχος, φιόγκος, μύτη, στείρα, τόξο, μίσχος, ...
  • deklassierte στα ελληνικά - υποτυπώδης, κατώτερος, υποβαθμισμένα, κατώτερης, υποβαθμισμένων
Τυχαίες λέξεις
Fließen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλακάκι, πλακιδίων, κεραμίδι, κεραμιδιών, πλακίδιο