Λέξη: σύνοδος

Σχετικές λέξεις: σύνοδος

σύνοδος υπουργών υγείας, σύνοδος φερράρας, σύνοδος κορυφής μάρτιος 2014, σύνοδος πρυτάνεων 2014, σύνοδος ενισταμένων, σύνοδος της νίκαιας, σύνοδος πρυτάνεων, σύνοδος κορυφής, σύνοδος πλανητών, σύνοδος προέδρων τει 2014, ιερά σύνοδος

Συνώνυμα: σύνοδος

συνεδρίαση, σύγκληση

Μεταφράσεις: σύνοδος

σύνοδος στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
convocation, session, synod, meeting, plenary, summit

σύνοδος στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
asamblea, sesión, período de sesiones, reunión, sesión de, sesiones

σύνοδος στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
Sitzung, Tagung, Session, Sitzungs

σύνοδος στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
assemblée, rassemblement, réunion, convocation, session, séance, session de, la session

σύνοδος στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
assemblea, convocazione, sessione, sessione di, seduta, di sessione, della sessione

σύνοδος στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
sessão, sessão de, de sessão, sessões, da sessão

σύνοδος στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
vergadering, sessie, zitting, vergaderperiode

σύνοδος στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
совет, созыв, акт, сессия, сессии, заседание, сеанс, сеанса

σύνοδος στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
sesjon, session, økten, sesjonen

σύνοδος στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
möte, session, sessionen, sammanträdesperioden, sessions

σύνοδος στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kokous, istunto, istunnon, istunnossa, istunnonpituuden, istuntoon

σύνοδος στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
session, samling, møde, sessionen

σύνοδος στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
svolání, shromáždění, zasedání, relace, sezení, relaci, relací

σύνοδος στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
zwołanie, zebranie, sesja, posiedzenie, sesji, sesję, session

σύνοδος στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
egybehívás, tanácsülés, ülés, munkamenet, ülésén, ülésen, ülésszak

σύνοδος στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
toplantı, oturum, oturumu, aktif kalma, oturumda, seans

σύνοδος στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
скликання, збори, пораду, раду, рада, акт, порада, сесія, сесію

σύνοδος στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
seancë, sesion, Sesioni, Seanca, Sesioni i

σύνοδος στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
сесия, сесията, заседание, на сесията

σύνοδος στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
сесія, сэсія

σύνοδος στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kokkukutsumine, istung, istungil, istungjärgul, istungjärgu, seansi

σύνοδος στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
sabor, sazivanje, saziv, sjednica, zasjedanje, sesija, sjednici, Session

σύνοδος στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
fundur, fundi, setu, lotu, Session

σύνοδος στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
posėdis, sesija, sesijos, sesijoje

σύνοδος στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
sesija, sesijas, sesiju, sesijā, sēdē

σύνοδος στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
сесија, седница, седницата, сесијата, седница на

σύνοδος στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
sesiune, sesiune de, sesiuni, sesiunii, sesiunea

σύνοδος στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
zasedanje, seja, seje, sejo, seji

σύνοδος στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
zasadnutie, zasadnutia, zasadnutí, schôdzi, zasadaní

Στατιστικά δημοτικότητας: σύνοδος

Τυχαίες λέξεις