Gelten στα ελληνικά
Μετάφραση: gelten, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εφαρμόζω, αιτούμαι, κρατώ, βάζω, αμπάρι, ισχύουν για, ισχύει για, εφαρμόζονται σε, εφαρμόζεται σε, εφαρμόζονται
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abreißzettel στα ελληνικά - στέλεχος, στελέχους, απόκομμα, κορμός
- adressen στα ελληνικά - διευθύνσεις, τις διευθύνσεις, διευθύνσεων, διεύθυνση, οι διευθύνσεις
- alchimist στα ελληνικά - αλχημιστής, αλχημιστή, Alchemist, του Αλχημιστή, ο αλχημιστής
- arbeitsame στα ελληνικά - εργατικός, Εργατικοί, εργατικούς, εργατικές, δραστήριο
Τυχαίες λέξεις
Gelten στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εφαρμόζω, αιτούμαι, κρατώ, βάζω, αμπάρι, ισχύουν για, ισχύει για, εφαρμόζονται σε, εφαρμόζεται σε, εφαρμόζονται
Μεταφράσεις: εφαρμόζω, αιτούμαι, κρατώ, βάζω, αμπάρι, ισχύουν για, ισχύει για, εφαρμόζονται σε, εφαρμόζεται σε, εφαρμόζονται