Genießen στα ελληνικά
Μετάφραση: genießen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απολαμβάνω, χαίρω, απολαύσετε, απολαύσουν, απολαμβάνουν, να απολαύσετε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- absacken στα ελληνικά - γέρνω, SAG, κρεμάει, η SAG, την SAG
- altersdiskriminierung στα ελληνικά - ηλικιακό ρατσισμό, διακρίσεις λόγω ηλικίας, στον ηλικιακό ρατσισμό, διακρίσεων λόγω ηλικίας, ηλικιακών διακρίσεων
- ausgesöhnt στα ελληνικά - συμφιλιωθούν, συμφιλιωθεί, συμβιβαστούν, συμβιβάζεται, συμβιβαστεί
- berechtigend στα ελληνικά - δικαίωμα, επιτρέπει, που επιτρέπει, που επιτρέπουν, οποία επιτρέπει
Τυχαίες λέξεις
Genießen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απολαμβάνω, χαίρω, απολαύσετε, απολαύσουν, απολαμβάνουν, να απολαύσετε
Μεταφράσεις: απολαμβάνω, χαίρω, απολαύσετε, απολαύσουν, απολαμβάνουν, να απολαύσετε