Heilung στα ελληνικά

Μετάφραση: heilung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θεραπεύω, καπνίζω, αλατίζω, επανορθώνω, αποκαθιστώ, παστώνω, επούλωση, θεραπεία, επούλωσης, την επούλωση, θεραπευτικές
Heilung στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • auszahlung στα ελληνικά - πληρώνει, πληρωμή, καταβολή, την καταβολή των, καταβολή των
  • beeinträchtigung στα ελληνικά - παρεμβολή, μπελάς, εξασθένηση, βλάβη, δυσλειτουργία, απομείωσης, ανεπάρκεια, ...
  • begrenzten στα ελληνικά - περιορισμένος, περιορισμένο, περιορισμένη, περιορισμένες, περιορισμένης
  • blutung στα ελληνικά - αιμορραγία, αιμορραγίας, αφαίμαξη, η αιμορραγία, αιμορραγίες
Τυχαίες λέξεις
Heilung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θεραπεύω, καπνίζω, αλατίζω, επανορθώνω, αποκαθιστώ, παστώνω, επούλωση, θεραπεία, επούλωσης, την επούλωση, θεραπευτικές