Ich στα ελληνικά
Μετάφραση: ich, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
με, εμένα, μου, εγώ, Ι, I, μπορώ
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abstoßend στα ελληνικά - αποκρουστικός, αποκρουστική, αποκρουστικό, απωστική, απωθητική
- armlehne στα ελληνικά - όπλο, χέρι, μπράτσο, υποβραχιόνιο, στήριγμα βραχίονα, υποβραχιονίου, το υποβραχιόνιο, ...
- baisse στα ελληνικά - σωριάζομαι, καταρρέω, πέφτω, κεσάτι, αρκούδα, bear, φέρουν, ...
- beläge στα ελληνικά - καλύμματα, επενδύσεις, επικαλύψεις, επικαλύψεων, καλυμμάτων
Τυχαίες λέξεις
Ich στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: με, εμένα, μου, εγώ, Ι, I, μπορώ
Μεταφράσεις: με, εμένα, μου, εγώ, Ι, I, μπορώ