Λέξη: βαρυσήμαντος
Σχετικές λέξεις: βαρυσήμαντος
βαρυσήμαντος συνώνυμα, βαρυσήμαντος συνώνυμο
Συνώνυμα: βαρυσήμαντος
βαρύς, σπουδαίος, σοβαρός, σοβαρότατος, γεμάτος σημασία, σημαντικός
Μεταφράσεις: βαρυσήμαντος
βαρυσήμαντος στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
momentous, weighty, meaningful, deeply important part, a deeply important part
βαρυσήμαντος στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
grave, pesado, importante, peso, de peso, pesada
βαρυσήμαντος στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
wichtig, bedeutsam, gewichtig, schwer, gewichtige, gewichtigen, gewichtiges
βαρυσήμαντος στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
considérable, important, significatif, grand, lourd, pesant, de poids, lourde
βαρυσήμαντος στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
pesante, importante, grave, ponderoso, gravoso
βαρυσήμαντος στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
pesado, importante, peso, pesada, de peso
βαρυσήμαντος στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
gewichtig, zwaarwegend, zwaarwichtig, gewichtige, zware
βαρυσήμαντος στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
знаменательный, важный, весомый, весомым, весомое, весомая, веское
βαρυσήμαντος στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
tungtveiende, vektig, tung, tunge, vektige
βαρυσήμαντος στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
vägande, tungt, tunga, tungt vägande, tung
βαρυσήμαντος στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
painava, painavia, painavasta, painavaa, kannalta painava
βαρυσήμαντος στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
vægtig, vægtige, tungtvejende, vægtigt, tunge
βαρυσήμαντος στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
důležitý, významný, těžký, závažný, váhu, těžcí, závažná
βαρυσήμαντος στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
doniosły, ważny, brzemienny, ciężki, ważki, ważkie
βαρυσήμαντος στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
súlyos, nyomós, súlyosabb, horderejű, fajsúlyos
βαρυσήμαντος στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
önemli, ağır, ağır bir, basan, hatırı, ağırlıklı bir
βαρυσήμαντος στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
нагадування, вагомий
βαρυσήμαντος στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
i rëndë, i pjekur, me influencë, rëndë, e rëndë
βαρυσήμαντος στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
тежък, тежка, важен, авторитетен
βαρυσήμαντος στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
важкі, важкае
βαρυσήμαντος στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
pöördeline, ülioluline, kaalukas, kaalukad, raske, kaalukaid, kaaluka
βαρυσήμαντος στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
značajan, važan, težak, teške, pretežniji
βαρυσήμαντος στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
weighty, vegur þungt
βαρυσήμαντος στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
svarus, svarūs, svari, reikšmingas, apsunkinantis
βαρυσήμαντος στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
smags, svarīgs, svarīgas, smagnēju, gan svarīgas
βαρυσήμαντος στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
судбинското, влијателен, тешки, тешка, претоварена
βαρυσήμαντος στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
greu, grele, important, cu greutate, serios
βαρυσήμαντος στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
tehtnimi, tehtni, Ubjedljiv, tehtna, tehten
βαρυσήμαντος στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
ťažký, ťažká, ťažké, ťažkú