Joint στα ελληνικά
Μετάφραση: joint, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κοινός, γόμφος, άρθρωση, κοψίδι, κοινή, κοινού, κοινής, κοινών
Μεταφράσεις
- ableitungskanal στα ελληνικά - κανάλι, καναλιού, καναλιών, διαύλου, δίαυλο
- aneignung στα ελληνικά - απόκτημα, υιοθεσία, σφετερισμός, υιοθέτηση, απόκτηση, οικειοποίηση, πίστωση, ...
- begreiflich στα ελληνικά - κατανοητός, κατανοητό, κατανοητή, κατανοητές, κατανοητά
- bluter στα ελληνικά - αιμοφιλιακό, αιμοφιλικά, hemophiliac, αιμοφιλικό, αιμοφιλικές
Τυχαίες λέξεις
Joint στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κοινός, γόμφος, άρθρωση, κοψίδι, κοινή, κοινού, κοινής, κοινών
Μεταφράσεις: κοινός, γόμφος, άρθρωση, κοψίδι, κοινή, κοινού, κοινής, κοινών