Λέξη: βαρελότο

Σχετικές λέξεις: βαρελότο

βαρελότο σαντορίνη

Συνώνυμα: βαρελότο

ρηξίπυλο, παξιμάδι, τρακατρούκα, μπισκότο, θραύστης

Μεταφράσεις: βαρελότο

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
cracker, petard
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
petardo, petard, el petardo
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
knacker, keks, kräcker, Petarde, petard, Waffen geschlagen
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
biscotte, biscuit, pétard, piège, petard, le pétard
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
petardo, petard, castagnetta, castagnuola
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
petardo, petard, o petard
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
springbus, petard, voetzoeker
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
шутиха, хлопушка, сухарь, крекер, хлопушка-конфета, петарда, петарды, петарду
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
petard
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
petard
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
punaniska, sähikäinen, keksi, papatti, petardi, petard
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
petard, lort, spind
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
petarda, suchar, sušenka, keks, petard
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
włamywacz, sucharek, suchar, krakers, petarda, herbatnik, tłuczka, petard
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
zúzó, ostorvég, hencegés, petárda, dicsekvés, törpebirtokos, csapó, pukkantó, ostorhegy, petard
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kale duvarını yıkma aleti, petard
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
хлопавка, вертушка, крекер, петарда, петарду
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
llokum dinamiti
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
мина, вид фойерверк, петарда
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
петарда, пэтарда
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
paukrakett, plaksukomm, vahvel, Petardi
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
petarda
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
petard
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
sausainis, petarda, Petarde
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
petarde
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
petard
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
petardă, petard, capcană
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
keks, petard
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
sušenia, suchár, petarda
Τυχαίες λέξεις