Επιμελούμαι στα αγγλικά
Μετάφραση: επιμελούμαι, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
tend, edit, epimeloumai
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιμελούμαι
επιμελούμαι αρχαια, επωφελούμαι συνωνυμα, επιμελούμαι παραγωγα, επιμελούμαι σύνταξη, επιμελούμαι κλιση, επιμελούμαι λεξικό γλώσσας αγγλικά, επιμελούμαι στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- επιμήκυνση στα αγγλικά - elongation, extension, lengthening, prolongation, elongation of
- επιμελής στα αγγλικά - diligent, assiduous, careful, sedulous, painstaking
- επιμονή στα αγγλικά - persistence, perseverance, insistence, tenacity, persistence of
- επιμύθιο στα αγγλικά - moral, Aftermath, moral of
Τυχαίες λέξεις
Επιμελούμαι στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: tend, edit, epimeloumai
Μεταφράσεις: tend, edit, epimeloumai