Kerl στα ελληνικά

Μετάφραση: kerl, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τύπος, παιδί, γάτα, κακόμοιρος, ζητιάνος, άνθρωπος, τύπο, ο τύπος, άντρας
Kerl στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abmahnung στα ελληνικά - επιφύλαξη, περίσκεψη, προειδοποίηση, προειδοποιώ
  • ansprüche στα ελληνικά - αξιώσεις, ισχυρισμοί, απαιτήσεων, απαιτήσεις, ισχυρισμούς
  • dackel στα ελληνικά - είδος γερμανικού κυνηγετικού σκύλου, Dachshund, την Dachshund, είδος γερμανικού κυνηγετικού, Ντάτσχουντ
  • duften στα ελληνικά - μυρωδιά, μυρίζω, οσμή, οσμής, όσφρησης, άρωμα
Τυχαίες λέξεις
Kerl στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τύπος, παιδί, γάτα, κακόμοιρος, ζητιάνος, άνθρωπος, τύπο, ο τύπος, άντρας