Klischeehaft στα ελληνικά

Μετάφραση: klischeehaft, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κοινότυπος, στερεότυπο, cliched, κλισέ
Klischeehaft στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • atheisten στα ελληνικά - άθεους, άθεοι, αθεϊστές, τους άθεους, άθεων
  • becherglas στα ελληνικά - κύπελλο, δοχείο, κούπα, ποτήρι ζέσεως, ποτήρι ζέσεως των
  • bedauernswerte στα ελληνικά - ατυχής, ατυχές, ατυχή, λυπηρό, ατυχές το
  • brauchbarkeit στα ελληνικά - χρησιμότητα, χρησιμότητά, χρησιμότητας, τη χρησιμότητά, τη χρησιμότητα
Τυχαίες λέξεις
Klischeehaft στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κοινότυπος, στερεότυπο, cliched, κλισέ