Konstante στα ελληνικά
Μετάφραση: konstante, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αδιάκοπος, συνεχής, σταθερός, διαρκής, σταθερή, σταθερά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ausdrückend στα ελληνικά - εκφράζοντας, εκφράζει, εκφράζουν, έκφραση, εκφράζοντας την
- bewegungslose στα ελληνικά - ακίνητος, ακίνητο, ακίνητη, ακίνητοι, ακίνητα
- demontiert στα ελληνικά - αποσυναρμολογηθεί, αποσυναρμολογημένα, αποσυναρμολογηθούν, αποσυναρμολογούνται, διαλυθούν
Τυχαίες λέξεις
Konstante στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αδιάκοπος, συνεχής, σταθερός, διαρκής, σταθερή, σταθερά
Μεταφράσεις: αδιάκοπος, συνεχής, σταθερός, διαρκής, σταθερή, σταθερά