Nominativ στα ελληνικά
Μετάφραση: nominativ, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ονομαστικός, ονομαστική πτώση, ονομαστική, ονομαστικές, ονομαστικά, ονομαστική του
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- angrenzende στα ελληνικά - γειτονικά, δίπλα, παρακείμενες, παρακείμενο, παρακείμενα
- besetzen στα ελληνικά - γεμίζω, καταλαμβάνουν, κατέχουν, καταλάβει, καταλάβουν, καταλαμβάνει
- deduzieren στα ελληνικά - συμπεραίνω, προέρχομαι, εκπίπτω, συνάγω, αντλώ, παράγομαι, συναγάγει, ...
- dumme στα ελληνικά - κοροϊδεύω, χαζός, βλάκας, ηλίθιος, Stupid, ηλίθιο, ηλίθια, ...
Τυχαίες λέξεις
Nominativ στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ονομαστικός, ονομαστική πτώση, ονομαστική, ονομαστικές, ονομαστικά, ονομαστική του
Μεταφράσεις: ονομαστικός, ονομαστική πτώση, ονομαστική, ονομαστικές, ονομαστικά, ονομαστική του