Ordentlich στα ελληνικά
Μετάφραση: ordentlich, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σωστός, τακτοποιώ, αρκετά, ευπρεπής, τακτικός, δίκαια, πανηγύρι, ακριβής, σταθερός, δίκαιος, κομψά, ξανθός, συγυρισμένος, ομαλός, αρκετός, συγυρίζω, δεόντως, καταλλήλως, σωστά, κατάλληλα, ορθή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- berieselungsanlage στα ελληνικά - ραντιστήρι, στάγδην άρδευση, αρδευτικού συστήματος, αρδευτικό σύστημα ραντισμού
- dachstromabnehmer στα ελληνικά - stromabnehmer
- direkt στα ελληνικά - καθοδηγώ, αμέσως, ίσιος, σκηνοθετώ, ευθύς, κατευθείαν, άμεσα, ...
- dissonanz στα ελληνικά - ασυμφωνία, διχόνοια, παραφωνία, ασυμφωνίας, δυσαρμονία, dissonance
Τυχαίες λέξεις
Ordentlich στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σωστός, τακτοποιώ, αρκετά, ευπρεπής, τακτικός, δίκαια, πανηγύρι, ακριβής, σταθερός, δίκαιος, κομψά, ξανθός, συγυρισμένος, ομαλός, αρκετός, συγυρίζω, δεόντως, καταλλήλως, σωστά, κατάλληλα, ορθή
Μεταφράσεις: σωστός, τακτοποιώ, αρκετά, ευπρεπής, τακτικός, δίκαια, πανηγύρι, ακριβής, σταθερός, δίκαιος, κομψά, ξανθός, συγυρισμένος, ομαλός, αρκετός, συγυρίζω, δεόντως, καταλλήλως, σωστά, κατάλληλα, ορθή