Penis στα ελληνικά

Μετάφραση: penis, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στέλεχος, μέλος, άξονας, πέος, πέους, το πέος, του πέους, πεών
Penis στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abstrus στα ελληνικά - δυσνόητος, δυσνόητο, δυσνόητες, ασαφής, δυσνόητη
  • aufgerichtet στα ελληνικά - ανεγερθεί, ανεγέρθηκε, στήθηκε, χτίστηκε, στηθεί
  • beharrte στα ελληνικά - επέμεινε, επέμενε, επέμειναν, επιμείνει, επιμένει
  • beschleunigende στα ελληνικά - επιτάχυνση, επιταχύνοντας, την επιτάχυνση, επιτάχυνση της, επιτάχυνση των
Τυχαίες λέξεις
Penis στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στέλεχος, μέλος, άξονας, πέος, πέους, το πέος, του πέους, πεών