Pflanzung στα ελληνικά
Μετάφραση: pflanzung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οικισμός, φυτεία, φύτεμα, φύτευση, φύτευσης, τη φύτευση, φυτεύσεων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- beschleunigung στα ελληνικά - επίσπευση, επιτάχυνση, επιτάχυνσης, την επιτάχυνση, επιταχύνσεως, της επιτάχυνσης
- bewandert στα ελληνικά - προχωρημένος, έντεχνος, ικανός, εντριβής, μυημένος, έμπειρος
- demütigen στα ελληνικά - εξευτελίζω, πικρία, ταπεινώνω, ταπεινός, ξεφτιλίζω, ταπεινή, ταπεινό, ...
- doppelseitig στα ελληνικά - διμερής, διπλής όψης, διπλής όψεως, δύο όψεων, διπλής, διπλής πλευράς
Τυχαίες λέξεις
Pflanzung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οικισμός, φυτεία, φύτεμα, φύτευση, φύτευσης, τη φύτευση, φυτεύσεων
Μεταφράσεις: οικισμός, φυτεία, φύτεμα, φύτευση, φύτευσης, τη φύτευση, φυτεύσεων