Plänkelei στα ελληνικά

Μετάφραση: plänkelei, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκούπα, συναντώ, αντιπαράθεση, συνάντηση, κλαγγή, βουρτσίζω, αψιμαχία, βούρτσα, προσκρούω, πινέλο, αψιμαχίας, αψιμαχία του, ακροβολισμός
Plänkelei στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • angespornt στα ελληνικά - εμπνευσμένος, εμπνευσμένη, εμπνευσμένο, εμπνευσμένα, ενέπνευσε
  • anschmiegen στα ελληνικά - σχίζω, κολλώ, πιάνομαι, χώνω, προσκολλώμαι, εμμένω, φωλιάζω, ...
  • apostelgeschichte στα ελληνικά - απόστολος, Αποστόλου, απόστολο, ο Απόστολος, του Αποστόλου
  • dreifach στα ελληνικά - τριπλός, τριπλασιάζω, τριπλούς, τρίκλινα, τριπλό, τριπλή
Τυχαίες λέξεις
Plänkelei στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκούπα, συναντώ, αντιπαράθεση, συνάντηση, κλαγγή, βουρτσίζω, αψιμαχία, βούρτσα, προσκρούω, πινέλο, αψιμαχίας, αψιμαχία του, ακροβολισμός