Prüfer στα ελληνικά
Μετάφραση: prüfer, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ελεγκτής, εξεταστής, εξεταστή, εξετάστριας, εξετάστρια
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abgeschliffen στα ελληνικά - έδαφος, εδάφους, λόγο, γείωσης, του εδάφους
- anheftend στα ελληνικά - στερέωση, κολλώδη, κολλητικοί, κολλητικά, κόλλησης
- ankäufe στα ελληνικά - Αγορές, αγορών, τις αγορές, Οι αγορές, Αγορά
- distanzstücke στα ελληνικά - μπλοκ, τετράγωνα, τμήματα, τεμάχια, στοιχεία
Τυχαίες λέξεις
Prüfer στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ελεγκτής, εξεταστής, εξεταστή, εξετάστριας, εξετάστρια
Μεταφράσεις: ελεγκτής, εξεταστής, εξεταστή, εξετάστριας, εξετάστρια