Prima στα ελληνικά

Μετάφραση: prima, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απίθανος, σούπερ, μεγάλος, μεγάλη, μεγάλο, εξαιρετική, μεγάλες
Prima στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abgemagert στα ελληνικά - καταβεβλημένος, κάτισχνος, αδυνατισμένος, ισχνός, απισχνασμένα, αδυνατισμένα, κάτισχνη
  • aktualität στα ελληνικά - επικαιρότητα, την επικαιρότητα, επικαιρότητας, επίκαιρο, επίκαιρο χαρακτήρα
  • beleben στα ελληνικά - έμψυχος, ζωντανεύω, εμψυχώνω, αναβιώσει, αναβιώσουν, αναβιώνουν, αναζωογονήσει, ...
  • beschimpft στα ελληνικά - προσβολές, ύβρεις, προσβολών, τις προσβολές, βρισιές
Τυχαίες λέξεις
Prima στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απίθανος, σούπερ, μεγάλος, μεγάλη, μεγάλο, εξαιρετική, μεγάλες