Seltsam στα ελληνικά
Μετάφραση: seltsam, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αλλόκοτος, ασυνήθιστα, παράξενος, απόκοσμος, ιδιότροπος, αδερφή, περίεργος, ασυνήθιστος, άστατος, παράξενη, παράξενο, περίεργο, παράξενα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- atomar στα ελληνικά - πυρηνικός, ατομικός, Ατομικής, ατομική, ατομικό, ατομικών
- aufheiternd στα ελληνικά - exhilaratory
- durchbruch στα ελληνικά - οπή, επανάσταση, ανακάλυψη, επίτευγμα, επαναστατική, σημαντική ανακάλυψη
Τυχαίες λέξεις
Seltsam στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αλλόκοτος, ασυνήθιστα, παράξενος, απόκοσμος, ιδιότροπος, αδερφή, περίεργος, ασυνήθιστος, άστατος, παράξενη, παράξενο, περίεργο, παράξενα
Μεταφράσεις: αλλόκοτος, ασυνήθιστα, παράξενος, απόκοσμος, ιδιότροπος, αδερφή, περίεργος, ασυνήθιστος, άστατος, παράξενη, παράξενο, περίεργο, παράξενα