Staatsbürger στα ελληνικά

Μετάφραση: staatsbürger, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πολίτης, πολίτη, πολιτών, πολίτες, πολίτη της
Staatsbürger στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • amorph στα ελληνικά - άμορφος, άμορφο, άμορφη, άμορφου, άμορφης
  • arrangiert στα ελληνικά - τοποθετημένα, διατεταγμένα, διατάσσονται, διοργανώνονται, κανονιστεί
  • behält στα ελληνικά - αποθεματικά, αποθεματικών, αποθέματα, αποθεμάτων, διατηρεί
Τυχαίες λέξεις
Staatsbürger στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πολίτης, πολίτη, πολιτών, πολίτες, πολίτη της