Λέξη: σχετικά

Σχετικές λέξεις: σχετικά

σχετικά με τον βασίλη, σχετικά συνώνυμο, σχετικά με, σχετικά συνώνυμα, σχετικά με τα γεγονότα της κόνιτσας. η αποκατάσταση της αλήθειας, σχετικά με την αεπι, σχετικά άρθρα στο gossip-tv.gr, σχετικά με τον σμιντ, σχετικά με εμάς, σχετικά με τη durex

Μεταφράσεις: σχετικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
relatively, about, on, concerning, of
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
relativamente, acerca de, sobre, aproximadamente, de, por
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
relativ, verhältnismäßig, über, etwa, ungefähr, um, zu
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
relativement, proportionnel, sur, environ, propos, à propos, propos de
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
relativamente, su, circa, merito, di, in merito
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
relativamente, parente, relativo, sobre, cerca de, cerca, sobre o, sobre a
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
tamelijk, aardig, over, ongeveer, over de, over het, van
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
относительно, сравнительно, соответственно, о, об, около, примерно, приблизительно
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
omtrent, om, på, om å, ca
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
om, ungefär, ca, cirka, omkring
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
verraten, suhteellisesti, suhteellisen, verrattain, noin, Tietoja, siitä, About
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
cirka, om, ca., omkring, vide om
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
poměrně, relativně, o, asi, přibližně, k, informace o
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
stosunkowo, relatywnie, względnie, o, około, temat, informacje
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
körülbelül, mintegy, találhatóak, találhatóak a, kb
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
hakkında, yaklaşık, ilgili, ile ilgili, hakkında daha
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
відносна, порівняний, порівняльний, родич, про, щодо, о
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
për, gati, rreth, lidhje, në lidhje
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
около, за, относно, към, по
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
аб, пра, о
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
suhteliselt, umbes, kohta, ligikaudu, ligi
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
relativno, razmjerno, o, oko, About, o tome, zbog
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
um, óður, About, óður í, um að
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
apie, dėl, maždaug, su
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
par, aptuveni, About, apmēram, par to
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
за, околу, во врска со, за тоа, во врска
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
despre, aproximativ, cu privire la, circa, de
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
približno, okoli, o, o tem, glede
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
o, na, s

Στατιστικά δημοτικότητας: σχετικά

Τυχαίες λέξεις