Λέξη: κοιλιά

Σχετικές λέξεις: κοιλιά

κοιλιά ονειροκρίτης, κοιλιά εγκυμοσύνης, κοιλιά εγκύου, κοιλιά μετά τη γέννα, κοιλιά αδυνάτισμα, κοιλιά μετά από εγκυμοσύνη, κοιλιά μετά από καισαρική, κοιλιά μετά την εγκυμοσύνη, κοιλιά μετά την καισαρική, κοιλιά λίπος, πόνος στην κοιλιά, λίπος στην κοιλιά, επίπεδη κοιλιά, πόνος στη κοιλιά

Συνώνυμα: κοιλιά

μήτρα, κοιλιακή χώρα, στομάχι, στόμαχος παιδιού, υπογάστριο, εκφράζων, γαστήρ, γαστέρα

Μεταφράσεις: κοιλιά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
abdomen, belly, tummy, womb, the abdomen
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
abdomen, vientre, barriga, panza, del vientre, el vientre
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
abdomen, leib, bauch, Bauch, belly, Bauches
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
ventre, panse, abdomen, bedaine, le ventre, du ventre, ventre de
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
pancia, addome, ventre, del ventre, della pancia, di pancia
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ventre, barriga, abdómen, da barriga, de barriga, do ventre
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
achterlijf, onderlijf, onderbuik, buik, de buik, buik van, belly
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
абдомен, живот, брюхо, живота, чрево, животе
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
mave, buk, underliv, mage, magen, belly, buken
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
underliv, mage, buk, magen, belly, buken
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
vatsa, takaruumis, masu, maha, belly, vatsassa, vatsansa, vatsan
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
bug, underliv, mave, bughule, maven, bugen, belly
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
břicho, bříško, břišní, břicha, belly
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
odwłok, podbrzusze, brzuch, brzucha, belly, brzuchu, boczku
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
potroh, has, hasa, hasán, hasát, belly
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
karın, göbek, oryantal, belly, Göbeğimi
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
живіт, черево
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
bark, barku, belly, barkun, barku i
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
живот, корем, корема, стомаха, коремът, на корема
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
бруха, жывот
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kõht, kõhtu, kõhu, kõhus, belly
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
trbušni, zadak, trbuh, trbuhu, trbuha, trbušnog
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
maga, kviður, maginn, magi, kviði
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
venter
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pilvas, pilvo, belly, pilvukas, pilvą
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
kuņģis, vēders, vēdera, belly, vēderu, vēderam
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
стомакот, стомак, стомачен, утробата, папок
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
abdomen, burtă, burta, belly, buric
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
trebuh, belly, trebušček, trebuha, trebušni
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
brucho, brucha, bruško

Στατιστικά δημοτικότητας: κοιλιά

Τυχαίες λέξεις