Teil στα ελληνικά

Μετάφραση: teil, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συστατικός, εξάρτημα, μοιράζω, μερίδιο, αγορά, μερίδα, φέτα, χωρίζω, μέρος, τμήμα, πλαίσιο, μέρους, μέρει
Teil στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abend στα ελληνικά - βράδυ, βράδι, απόγευμα, το βράδυ, βραδιά, βραδινό
  • abtrocknend στα ελληνικά - στέγνωμα, sponging, σφουγγίσει, σφουγγίσετε, να σφουγγίσετε, ζουν σαν τσανακογλύφτες
  • bebrütet στα ελληνικά - επωάζονται, επωάζεται, επωάστηκε, επωάστηκαν, επωάσθηκαν
  • bespritzt στα ελληνικά - πιτσιλίσει, splattered, πιτσιλίσει σε, πιτσιλιστεί, πιτσιλίσει το
Τυχαίες λέξεις
Teil στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συστατικός, εξάρτημα, μοιράζω, μερίδιο, αγορά, μερίδα, φέτα, χωρίζω, μέρος, τμήμα, πλαίσιο, μέρους, μέρει