Λέξη: οξείδιο

Σχετικές λέξεις: οξείδιο

οξείδιο του βορίου, οξείδιο του σιδήρου, οξείδιο του τιτανίου, οξείδιο του ψευδαργύρου τιμη, οξείδιο του αζώτου, οξείδιο του πυριτίου, οξείδιο του ασβεστίου, οξείδιο του θείου, οξείδιο του αργιλίου, οξείδιο του ψευδαργύρου

Μεταφράσεις: οξείδιο

οξείδιο στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
oxide, oxide is, oxides

οξείδιο στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
óxido, óxido de, de óxido, de óxido de, el óxido

οξείδιο στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
oxyd, oxid, Oxid, Oxids, -oxid

οξείδιο στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
oxyde, l'oxyde, d'oxyde, oxyde de, de l'oxyde

οξείδιο στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ossido, ossido di, di ossido, di ossido di, l'ossido

οξείδιο στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
óxido, óxido de, de óxido, de óxido de, o óxido

οξείδιο στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
oxyde, oxide, leenoxide

οξείδιο στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
окись, окисел, оксид, оксида, окиси, оксидом

οξείδιο στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
oksid, oxide, oksyd, oksydet

οξείδιο στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
oxid, oxiden

οξείδιο στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
oksidi, oksidia, oksidin, oksidien, oxide

οξείδιο στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
oxid, oxide, oxidet

οξείδιο στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
oxid, oxidu, oxidem, kysličník, oxidů

οξείδιο στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
tlenek, tlenku, tlenkiem, tlenków

οξείδιο στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
oxid, oxidot

οξείδιο στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
oksit, oksid, oksidin

οξείδιο στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
оксид

οξείδιο στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
oksid, oksidit, oksidi, oksidit të, oksid i

οξείδιο στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
оксид, окис, оксиди

οξείδιο στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
аксід, аксіду

οξείδιο στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
oksiid, oksiidi, oxide, oksiidiks, oksiid-

οξείδιο στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
oksid, oksidacije, oksida, oksidom, oksidni

οξείδιο στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
oxíð, oxid, oxíði, oxiði, járnoxíð

οξείδιο στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
oksidas, oksido, oksidą, oksidai

οξείδιο στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
oksīds, oksīda, oksīdu, oxide

οξείδιο στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
оксид, оксидот, оксиди, оксидни, оксид кој

οξείδιο στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
oxid, oxid de, de oxid, oxidul, oxidului

οξείδιο στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
oksid, oksida, oksidi, oksidna

οξείδιο στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
kysličník, oxid, oxidu
Τυχαίες λέξεις