Umsonst στα ελληνικά

Μετάφραση: umsonst, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αυτεξούσιος, τσάμπα, δωρεάν, ελεύθερη, χωρίς, ελεύθερο, ελεύθερης
Umsonst στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • angekurbelt στα ελληνικά - διεγείρονται, διεγείρεται, διεγερθεί, τονωθεί, διεγερμένα
  • bemerkenswert στα ελληνικά - αξιοσημείωτος, αξιοσημείωτα, εξαιρετικός, σημαντικά, εξαιρετικά, εντυπωσιακά, αξιόλογα
  • bilge στα ελληνικά - υδροσυλλεκτών, σεντίνας, των υδροσυλλεκτών, του υδροσυλλέκτη, Αναρρόφησης Υδάτων
  • destillation στα ελληνικά - απόσταξη, απόσταξης, αποστάξεως, την απόσταξη, η απόσταξη
Τυχαίες λέξεις
Umsonst στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αυτεξούσιος, τσάμπα, δωρεάν, ελεύθερη, χωρίς, ελεύθερο, ελεύθερης