Unrein στα ελληνικά

Μετάφραση: unrein, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βρώμικος, λερωμένος, ακάθαρτος, ακάθαρτο, βρώμικα, μη καθαρό, ακάθαρτα
Unrein στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abonnent στα ελληνικά - αναγνώστης, συνδρομητής, συνδρομητή, συνδρομητών, συνδρομητού, του συνδρομητή
  • bekanntmachend στα ελληνικά - εξοικείωση, γνωριμία, εξοικείωσης, λάβει γνώση, εξοικείωση των
  • braut στα ελληνικά - νύμφη, νύφη, νύφης, τη νύφη, της νύφης
Τυχαίες λέξεις
Unrein στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βρώμικος, λερωμένος, ακάθαρτος, ακάθαρτο, βρώμικα, μη καθαρό, ακάθαρτα