Verdichtung στα ελληνικά

Μετάφραση: verdichtung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συμπίεση, συμπίεσης, συμπιέσεως, με συμπίεση, τη συμπίεση
Verdichtung στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • billard στα ελληνικά - μπιλιάρδο, μπιλιάρδου, μπιλιάρδα, το μπιλιάρδο
  • brötchen στα ελληνικά - κυλώ, ψωμάκι, κύλινδρος, κουλουράκι, κότσος, κουλούρι, κότσο
  • dampfkochtöpfe στα ελληνικά - ατμών, ατμού, ατμός, ατμούς, ατμό
Τυχαίες λέξεις
Verdichtung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συμπίεση, συμπίεσης, συμπιέσεως, με συμπίεση, τη συμπίεση